φωσφοπεντόζη

φωσφοπεντόζη
η, Ν
1. (βιοχ.) η φωσφορική πεντόζη
2. φρ. «μεταβολική οδός φωσφοπεντόζης»
(βιοχ.) ο κύκλος τού φωσφογλυκουρονικού οξέος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”